ήλιος και βιταμίνη D

Πόνοι στην ράχη? Πιθανή έλλειψη Βιταμίνης D.

 Γενικά.

έκθεση στον ήλιο και παραγωγή βιταμίνης DΤελευταία, όλο και περισσότεροι Έλληνες διαγιγνώσκονται με έλλειψη ή ανεπάρκεια βιταμίνης D. Περίπου 80% των Ελλήνων έχουν επίπεδα βιτ D κάτω από το φυσιολογικό. Μα θα πει κανείς: “ Πως με τόση ηλιοφάνεια ο Έλληνας έχει έλλειψη βιταμίνης D? Είναι δυνατόν?” Κι όμως είναι, αφού έχουμε υιοθετήσει όλα τα κακά του δυτικού τρόπου ζωής και δουλειάς, χρησιμοποιούμε λόγω των βλαβερών επιπτώσεων του ήλιου, αντηλιακά, καθώς επίσης έχουμε και σαν λαός περισσότερη μελανίνη στο δέρμα μας με αποτέλεσμα η σύνθεση της βιταμίνης D να πιο δύσκολη. Επίσης το γεωγραφικό πλάτος της Ελλάδας (34°-41°) δεν επιτρέπει επαρκή υπεριώδη ακτινοβολία, ιδίως τους χειμερινούς μήνες. Καθώς επίσης η κύρια πηγή λήψης λιπαρών τροφών στην χώρα μας, το ελαιόλαδο, δεν περιέχει βιταμίνη D!!! Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή και να δούμε τί είναι η βιταμίνη D, πως παράγεται, που χρησιμεύει, που μπορούμε να την βρούμε και τελικά όταν δεν την έχουμε τι προβλήματα μπορεί να αναπτύξουμε!

Βιολογία.

Τι είναι η βιταμίνη DΗ βιταμίνη D είναι μια λιποδιαλυτή (ελαιώδης στην υφή της) βιταμίνη απαραίτητη για την υγεία των οστών (βιταμίνηD και οστά) και των δοντιών. Προάγει την απορρόφηση του ασβεστίου και του φωσφόρου από το έντερο και την εναπόθεσή τους στα οστά (επιμετάλλωση). Φαίνεται πλέον ότι έχει ενεργό δράση στην εύρυθμη λειτουργία των μυών (βιταμίνηD και μύες) βοηθώντας την εισαγωγή του ασβεστίου μέσα στις μυικές ίνες, έτσι ώστε αυτό να χρησιμοποιηθεί κατά την διάρκεια την μυικής συστολής. Συμβάλλει στην εύρυθμη λειτουργία του ανοσοποιητικού και νευρικού συστήματος και βοηθά στην πρόληψη διαφόρων χρόνιων και αυτοάνοσων νοσημάτων. Είναι ιδιαίτερα σημαντική κατά τη νηπιακή και παιδική ηλικία, καθώς συμβάλλει στη σωστή και υγιή σκελετική ανάπτυξη. Οι βασικές μορφές βιταμίνης D είναι η βιταμίνη D2 (εργοκαλσιφερόλη) και η βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη), που περιέχονται σε λίγες τροφές μόνο (λιπαρά ψάρια, γάλα, αυγά, συκώτι κ.ά.).

Το μεγαλύτερο ποσοστό βιταμίνης D που απαιτείται καθημερινά παράγεται στο δέρμα. Κατά την έκθεσή μας στον ήλιο (βιταμίνη D και ήλιος), η 7-διυδροχοληστερόλη μετατρέπεται, υπό την επίδραση της υπεριώδους ακτινοβολίας, σε βιταμίνη D3 (χοληκαλσιφερόλη). Στη συνέχεια, η D3 υφίσταται δύο διαδοχικές υδροξυλιώσεις, μία αρχικά στο ήπαρ, όπου μετατρέπεται σε καλσιδιόλη (25(OH)D3), και έπειτα στους νεφρούς, όπου μετατρέπεται σε καλσιτριόλη (1,25(OH)D3), τη δραστική μορφή της βιταμίνης D.

Στην πραγματικότητα όμως δεν πρόκειται για βιταμίνη αλλά για μία προ-στεροειδή ορμόνη, η οποία έχει άμεση δράση στα γονίδια μας. Το τελικό προϊόν του μεταβολισμού της, η Καλσιτριόλη (1,25-dihydroxyvitamin D), λειτουργεί στον οργανισμό ως στεροειδής ορμόνη και δρα σε διάφορους ιστούς, όπως το έντερο, τους νεφρούς, τα οστά, την καρδιά, τους μύες, τον εγκέφαλο, τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος, ρυθμίζοντας την έκκριση άλλων ουσιών, ενώ ελέγχει, άμεσα ή έμμεσα, περισσότερα από 2,500 γονίδια στο ανθρώπινο σώμα, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που είναι υπεύθυνα για τη ρύθμιση του κυτταρικού πολλαπλασιασμού, της κυτταρικής διαφοροποίησης, της απόπτωσης και της αγγειογένεσης. Γι αυτό και παλαιότερα είχε γίνει ολόκληρη διαμάχη για τον αν θα έπρεπε να καταχωρηθεί ως βιταμίνη ή ορμόνη. Ίσως τελικά στο μέλλον επαναπροσδιοριστεί ο χαρακτηρισμός της.

Αιτίες Έλλειψης Βιταμίνης D – Ανεπάρκειας βιταμίνης D.

Παρά την ικανότητα του οργανισμού να συνθέτει βιταμίνη D, ο σύγχρονος, δυτικός τρόπος ζωής (κλειστοί χώροι εργασίας, χρόνια χρήση αντηλιακών, ατμοσφαιρική ρύπανση, μειωμένη παραμονή στην ύπαιθρο, συνήθειες ένδυσης κ.ά.) έχει σαν αποτέλεσμα την περιορισμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία, που μπορεί να οδηγήσει σε ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D.

Η έλλειψη σε βιταμίνη D μπορεί να οφείλεται επίσης σε ανεπαρκή πρόσληψή της μέσω της διατροφής, δυσαπορρόφηση της βιταμίνης από το έντερο (λόγω γαστρεντερικών ασθενειών, χειρουργεία bypass κ.ά.), παθολογικές καταστάσεις, όπως ηπατική δυσλειτουργία και χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, καθώς και σε διάφορες κληρονομικές ή επίκτητες ασθένειες. Επιπλέον, η παχυσαρκία, η αυξημένη μελανίνη στο δέρμα, η ηλικία, καθώς και ορισμένα φάρμακα αποτελούν παράγοντες που συμβάλλουν στην ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D. Η έλλειψη βιταμίνης D καθορίζεται από τα επίπεδα της 25(OH)D3 στον ορό του αίματος. Γενικά, δεν υπάρχει μία διεθνής ομοφωνία όσον αφορά στα όρια μεταξύ έλλειψης, ανεπάρκειας και επάρκειας βιταμίνης D. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα δεδομένα από το Institute of Medicine και το Endocrine Society των ΗΠΑ, άτομα με συγκέντρωση 25(OH)D3 < 20 ng/ml (50 nmol/L) παρουσιάζουν έλλειψη βιταμίνης D, ανεπάρκεια όταν η συγκέντρωση κυμαίνεται από 21-29 ng/ml (52.5 – 72.5 nmol/L), ενώ όταν η συγκέντρωση > 30 ng/ml (75 nmol/L) θεωρείται επαρκής ποσότητα που καλύπτει τις ημερήσιες ανάγκες υγιών ατόμων, για γερά οστά και γενικότερα βέλτιστη υγεία(φυσιολογικές τιμές βιταμίνης D: > 30 ng/ml).

Η ανεπάρκεια/έλλειψη βιταμίνης D αποτελεί ένα ιδιαίτερα συχνό φαινόμενο σε όλες τις ηλικιακές ομάδες παγκοσμίως, ιδίως στα βόρεια πλάτη της γης, όπου είναι περιορισμένη η έκθεση στο φως του ήλιου, ενώ σε περιοχές με εύκρατα κλίματα παρατηρείται εποχιακή διακύμανση των επιπέδων της D στον ορό του αίματος, με τις υψηλότερες συγκεντρώσεις να σημειώνονται κατά τους θερινούς μήνες.

Ακόμα και σε μια ηλιόλουστη χώρα, όπως η Ελλάδα, η έλλειψη βιταμίνης D αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα. Σε πολλές περιπτώσεις φαίνεται πως η ενδογενής παραγωγή βιταμίνης D δεν επαρκεί για να καλύψει τις ημερήσιες ανάγκες. Πρόσφατες μελέτες υποδεικνύουν ότι παιδιά και έφηβοι αποτελούν ομάδες υψηλού κινδύνου για εμφάνιση έλλειψης βιταμίνης D, ιδίως κατά τους χειμερινούς μήνες. Στα βρέφη και τα παιδιά, η έλλειψη βιταμίνης D έχει σαν αποτέλεσμα να μη γίνεται σωστή επιμετάλλωση των οστών και μπορεί να οδηγήσει στην εμφάνιση ραχίτιδας.

Η έλλειψη βιταμίνης D είναι συνήθης και στους ενήλικες και μπορεί να οδηγήσει σε οστεομαλακία (μαλακά οστά), η οποία σχετίζεται με πόνους στα οστά και τους μύες. Περίπου 6% των ανδρών και περισσότερο από 20% των γυναικών άνω των 50 ετών πάσχουν από οστεοπόρωση, ενώ 1 στους 5 άνδρες και 1 στις 3 γυναίκες θα υποστούν ένα οστεοπορωτικό κάταγμα μετά την ηλικία των 50. Επίσης, το 75% των γυναικών που έχουν οστεοπόρωση δεν το γνωρίζουν (οστεοπόρωση και έλλειψη βιταμίνης D). Ιδιαίτερο και χαρακτηριστικό σύμπτωμα με το οποίο προσέρχονται στον ορθοπαιδικό οι ασθενείς με έλλειψη και κυρίως με ανεπάρκεια βιταμίνης D είναι ο πόνος στην ράχη (περίπου στο ύψος του στηθόδεσμου στις γυναίκες) – πόνος στην ράχη και έλλειψη βιταμίνης D-. Στους μεγαλύτερους σε ηλικία ασθενείς είνια μια εικόνα οικεία από την παιδική τους ηλικία, όταν οι ίδιοι/ίδιες ως παιδιά ή φίλοι τους λόγω της έλλειψης βιταμίνης D, εμφάνιζαν την κλινική εικόνα της ραχίτιδας με κύφωση και με πόνους στην ράχη τους, εκτός ολων των άλλων συμτωμάτων από τον υπόλοιπο οργανισμό (ραχίτιδα και έλλειψη βιταμίνης D). Παράλληλα, χαμηλά επίπεδα 25(OH)D3 στον ορό του αίματος αυξάνουν την έκκριση της παραθορμόνης (PTH) και μπορεί να οδηγήσουν σε δευτεροπαθή υπερπαραθυρεοειδισμό και οστεοπόρωση. Ομάδες ενηλίκων που εμφανίζουν συνήθως έλλειψη βιταμίνης D στη χώρα μας, αλλά και παγκοσμίως, αποτελούν οι ηλικιωμένοι, καθώς και οι μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, ιδίως αυτές που πάσχουν από οστεοπόρωση και/ή έχουν υποστεί κάταγμα ισχίου.

Σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη του Ενδοκρινολογικού τμήματος του νοσοκομείου «Άγιος Σάββας» και του Ορμονολογικού εργαστηρίου του νοσοκομείου «Άγιος Παντελεήμονας», κατά την οποία εξετάστηκαν 625 φαινομενικά υγιείς ενήλικες (553 γυναίκες, 72 άντρες / 18-85 ετών), βρέθηκαν υψηλά ποσοστά ανεπάρκειας (συγκεντρώσεις 25(OH)D3 < 22 ng/ml στο 57,7% των εξετασθέντων) σε όλες τις ηλικιακές ομάδες (18-29, 30-39, 40-49, 50-59 και >60 ετών), καθ` όλη τη διάρκεια του έτους και ιδίως τους μήνες Μάρτιο-Μάιο.

Η ανεπάρκεια βιταμίνης D έχει ενοχοποιηθεί (χωρίς να θεωρείται επιστημονικά δεδομένο) και για τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαφόρων νοσημάτων, όπως: καρκίνο μαστού, προστάτη και παχέος εντέρου, καρδιαγγειακές νόσους, υπέρταση, διαβήτη τύπου 2, φλεγμονώδεις ασθένειες και διαταραχές του ανοσοποιητικού, που μπορεί να προκαλέσουν λοιμώξεις και αυτοάνοσα νοσήματα, όπως σκλήρυνση κατά πλάκας, διαβήτη τύπου 1 και ρευματοειδή αρθρίτιδα, ψυχιατρικές ασθένειες (κατάθλιψη και σχιζοφρένεια) και πιθανόν αυτισμό. Παρακάτω παρατίθενται κάποιες μελέτες που αναδεικνύουν την χρησιμότητα ή τον πιθανό ρόλο της βιταμίνης D σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις.

  • Βιταμίνη D και Οστά / Μύες. Τα επαρκή επίπεδα βιταμίνης D στους ενήλικες συμβάλλουν στη διατήρηση της οστικής μάζας και της καλής μυϊκής λειτουργίας, καθώς και στην πρόληψη της οστεοπόρωσης και οστεοπενίας. Μελέτες υποδεικνύουν ότι συγχορήγηση βιταμίνης D και ασβεστίου, σε συνδυασμό με άσκηση, μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο καταγμάτων σε ενήλικες, καθώς και τη συχνότητα των πτώσεων και καταγμάτων στους ηλικιωμένους. Για προληπτικούς σκοπούς, συνιστάται ημερήσια χορήγηση βιταμίνης D τουλάχιστον 800 IU, με ταυτόχρονη λήψη 500-1000 mg ασβεστίου.
  • Βιταμίνη D και ψωρίαση. Σαν ρυθμιστής του πολλαπλασιασμού και της διαφοροποίησης των κυττάρων η βιταμίνη D είναι πιθανός θεραπευτικός παράγων για την ψωρίαση. Πράγματι, έρευνες έδειξαν ότι καταστέλλει τον πολλαπλασιασμό και διεγείρει την τελική διαφοροποίηση των κερατινοκυττάρων.
  • Βιταμίνη D και νοσήματα όπως ο διαβήτης τύπου Ι και ΙΙ και η Σκλήρυνση κατά πλάκας. Σύμφωνα με μελέτες, παιδιά που λαμβάνουν επαρκείς ποσότητες βιταμίνης D έχουν μικρότερες πιθανότητες να εμφανίσουν ως ενήλικες κάποιο αυτοάνοσο νόσημα, όπως διαβήτη τύπου 1 και σκλήρυνση κατά πλάκας. Επιπλέον, η λήψη συμπληρωμάτων βιταμίνης D, σε συνδυασμό με ασβέστιο, μπορεί να βοηθήσει ασθενείς με σκλήρυνση κατά πλάκας, μειώνοντας την ένταση των συμπτωμάτων. Επιδημιολογικές μελέτες συσχετίζουν την έλλειψη βιταμίνης D με τον αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, καθώς και μεταβολικού συνδρόμου, ακόμα και στους εφήβους. Από διάφορα τόσο στο εργαστήριο όσο και σε ζωντανούς οργανισμούς φαίνεται ότι η βιταμίνη D συμμετέχει ενεργά στη ρύθμιση της λειτουργίας των β-κυττάρων του παγκρέατος, ενισχύοντας την έκκριση της ινσουλίνης, βελτιώνει την ινσουλινοευαισθησία και προάγει την αντοχή στη γλυκόζη.
  • Βιταμίνη D και Λοιμώξεις αναπνευστικού. Τα χαμηλά επίπεδα 25(OH)D3 έχουν συσχετισθεί με λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος. Πιστεύεται ότι η βιταμίνη D μπορεί να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην ανοσία και την πρόληψη των λοιμώξεων, καθώς ενδυναμώνει το ανοσοποιητικό σύστημα, αυξάνοντας την έκφραση των γονιδίων άμυνας. Σύμφωνα με μελέτες, επαρκής πρόσληψη βιταμίνης D μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για φυματίωση, κρυολόγημα, γρίπη και άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού. Σε μελέτη αποδείχθηκε για πρώτη φορά το 2006, ότι ενώ τα λευκά αιμοσφαίρια του οργανισμού έχουν καταγεγραμμένη την πληροφορία στο DNA τους για την αντιμετώπιση του βακίλου της φυματίωσης, δεν μπορούν να τη χρησιμοποιήσουν χωρίς την παρουσία της βιταμίνης D!!!
  • Βιταμίνη D και Καρκίνος. Ο ρόλος της βιταμίνης D στην προληπτική και θεραπευτική αντιμετώπιση του καρκίνου δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς. Εντούτοις, η δεδομένη ικανότητά της να εμποδίζει τον ανώμαλο πολλαπλασιασμό των καρκινικών κυττάρων κάνει εύλογη την υπόθεση ότι ο ρόλος αυτός δεν μπορεί παρά να είναι θετικός. Επιδημιολογικές μελέτες ενισχύουν την υπόθεση αυτή, αφού δείχνουν ότι ορισμένοι καρκίνοι εμφανίζουν έξαρση σε πληθυσμούς με χαμηλή έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία. Οι μέχρι σήμερα ενδείξεις για αντικαρκινική δράση της βιταμίνης D αφορούν κυρίως σε ορισμένους τύπους λευχαιμίας καθώς και στους καρκίνους προστάτη, στήθους, παχέος εντέρου (και ειδικότερα του ορθού).

Ανάγκες σε βιταμίνη D – Χορήγηση βιταμίνης D – Δοσολογία βιταμίνης D .

Ο ανθρώπινος οργανισμός μπορεί να συνθέσει το 90% της βιταμίνης D μέσω της υπεριώδους ακτινοβολίας του ήλιου και μόνο το 10% μέσω των τροφών. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι όταν η επιδερμική σύνθεση της βιταμίνης D, καθώς και η διαιτητική της πρόσληψη είναι ανεπαρκείς, επιβάλλεται συχνά η λήψη της με συμπληρώματα βιταμίνης D, ώστε να εξασφαλίζεται η εύρυθμη λειτουργία και ευεξία του οργανισμού.

Άτομα με μεγαλύτερες ανάγκες σε βιταμίνη D είναι:

  1. Tα βρέφη που θηλάζουν, ιδίως όταν δεν εκτίθενται συστηματικά στον ήλιο καθλως και τα παιδιά που βρίσκονται στην ανάπτυξη.
  2. Έγκυες και οι θηλάζουσες.
  3. Άτομα με περιορισμένη έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία.
  4. Άτομα με σκούρα επιδερμίδα.
  5. Χορτοφάγοι.
  6. Ηλικιωμένοι, ιδίως όσοι εμφανίζουν μειωμένη κινητικότητα, οστεοπόρωση, όσοι έχουν ιστορικό κατάγματος και όσοι διαμένουν σε οίκους ευγηρίας.
  7. Μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, οι οποίες έχουν αυξημένο κίνδυνο οστεοπόρωσης.
  8. Άτομα με παθήσεις δυσαπορρόφησης από το έντερο όπως κοιλιοκάκη, νόσος του Crohn, κυστική ίνωση και παγκρεατίτιδα.
  9. Άτομα με ηπατικές και νεφρικές παθήσεις ή ενζυμικές ανεπάρκειες.
  10. Υποπαραθυρεοειδισμός.
  11. Παχύσαρκα άτομα.

Σύμφωνα με το Endocrine Society και το Institute of Medicine των ΗΠΑ, η ελάχιστη συνιστώμενη ημερήσια δόση, που χρειάζεται προληπτικά ώστε να μην εμφανιστεί έλλειψη βιταμίνης D, ανέρχεται στα 400 IU για βρέφη έως 12 μηνών, στα 600 IU για παιδιά (1-13 ετών), εφήβους (14-18), ενήλικες (έως 70 ετών), έγκυες και θηλάζουσες, ενώ για ηλικιωμένους άνω των 70 ετών έχουμε αύξηση των αναγκών σε 800 IU. Σε κάθε περίπτωση, για να αυξηθεί η συγκέντρωση της 25(OH)D3 στον ορό του αίματος πάνω από 30 ng/ml απαιτούνται σαφώς υψηλότερες δοσολογίες βιταμίνης D, οι οποίες αντιστοιχούν ημερησίως σε 1000 IU για βρέφη έως 12 μηνών και τουλάχιστον 1500-2000 IU για άτομα άνω του έτους. Το ανώτατο ημερήσιο ασφαλές όριο για κάθε ηλικιακή ομάδα ορίζεται ως εξής: 1000 IU (0-6 μηνών), 1500 IU (6-12 μηνών), 2500 IU (1-3 ετών), 3000 IU (4-8 ετών) και 4000 IU (9 ετών και άνω).

Κατά τα τελευταία χρόνια, η ζήτηση για βιταμίνη D βαίνει συνεχώς αυξανόμενη, λόγω της τεράστιας σημασίας της για την υγεία μας, αλλά και την αυξημένη ασφάλεια της σε σχέση με ό,τι πιστευόταν παλαιότερα. Για παράδειγμα, έρευνες έδειξαν ότι, σε πολλούς ανθρώπους, καθημερινή λήψη 5000 IU βιταμίνης D συμβάλλει στη μέγιστη απορρόφηση ασβεστίου και στη διατήρηση της οστικής πυκνότητας, ενώ για θεραπεία της έλλειψης σε βιταμίνη D χορηγούνται πολύ μεγαλύτερες δόσεις που φτάνουν και τις 10.000 IU ημερησίως, χωρίς να παρατηρούνται συμπτώματα τοξικότητας.

Έτσι, οι υψηλές, αλλά ασφαλείς, δοσολογίες βιταμίνης D μπορούν να αποβούν ιδιαίτερα χρήσιμες στα χέρια ιατρών, προσανατολισμένων στη φυσική πρόληψη και αντιμετώπιση παθολογικών καταστάσεων.

Μπορώ να βρω την βιταμίνη D σε τροφές? (βιταμίνη D και διατροφή).

Όπως έχει ήδη αναφερθεί η κύρια πηγή βιταμίνης D είναι το δέρμα μας μέσω της έκθεσης του στην ηλιακή ακτινοβολία. Θεωρητικά, η καθημερινή έκθεση στον ήλιο για μερικά λεπτά είναι σε θέση να καλύψει τις ημερήσιες ανάγκες του οργανισμού στη συγκεκριμένη βιταμίνη.
15-20 λεπτά έκθεσης στο ηλιακό φως
(το στέρνο – στήθος και τους βράχιονες μας – τα “μπράτσα” μας ) από τις 10 πμ μέχρι τις 2 μμ, χωρίς αντηλιακό, 3 φορές την εβδομάδα είναι ικανό χρονικό διάστημα ώστε να παράσχει στον οργανισμό την απαιτούμενη ποσότητα βιταμίνης D. Το διάστημα αυτό ο οργανισμός μπορεί να παράξει 10.000 μέχρι με 20.000 μονάδες (IU) βιταμίνης D. Ωστόσο, ιδιαίτερα τον χειμώνα, πολλά άτομα δεν προσλαμβάνουν επαρκή ποσότητα βιταμίνης D μέσω της ηλιακής ακτινοβολίας Εντούτοις βιταμίνη D μπορούμε να βρούμε και σε κάποιες τροφές. Παρακάτω ακολουθούν οι τροφές κατά σειρά περιεκτικότητας σε βιταμίνη D.

Τροφές με βιταμίνη D:

  • Σολομός (ιδιαίτερα ο άγριος, που αλιεύεται, και όχι ο σολομός ιχθυοτροφείου).
  • Ρέγγα (ιδιαίτερα η άγρια, που αλιεύεται).
  • Σκουμπρί (ιδιαίτερα το άγριο, που αλιεύεται).
  • Μανιτάρια. Εκτίθενται σε υπεριώδες φως και έτσι έχουν περισσότερη βιταμίνη.
  • Μουρουνέλαιο. Προσοχή γιατί το μουρουνέλαιο έχει και υψηλά ποσοστά βιταμίνης Α, η οποία δεν μπορεί να λαμβάνεται σε υπερβολικής ποσότητες λόγω των προβλημάτων που μπορεί να δημιουργεί σε κάποιες ομάδες (πχ: έγκυες και τα έμβρυα που κυοφορούν).
  • Τόνος (κονσέρβα σε νερό).
  • Σαρδέλες, ακόμα και σε κονσέρβα σε λάδι.
  • Μύδια και στρείδια.
  • Γερίδες.
  • Γάλα ή γιαούρτι εμπλουτισμένα με βιταμίνη D (ανεξάρτητα από το αν είναι άπαχα, ή με μειωμένα λιπαρά.
  • Κρόκοι αυγών.

Πώς μπορώ να υποψιαστώ ότι μου λείπει βιταμίνη D (συμπτώματα έλλειψης βιταμίνης D)?

Αν νοιώθετε κάτι από τα παρακάτω καλό θα ήταν να επισκεφτείτε τον γιατρό σας έτσι ώστε να να σας καθοδηγήσει να κάνετε μια μέτρηση επιπέδων βιταμίνης D. Βέβαια θα πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα ότι πριν κάποιος αποδώσει τα παρακάτω σε έλλειψη ή ανεπάρκεια βιταμίνης D θα πρέπει να έχει ελεγχθεί εξονυχιστικά και εφόσον δεν υπάρχει άλλο παθολογικό υπόβαθρο, τότε και μόνο τότε βάζει την έλλειψη ή την ανεπάρκεια της βιταμίνης D ως αίτιο!!! Με βάση την παραπάνω αρχή λειτουργεί το Ορθοπαιδικό Ιατρείο Πάτρας στην έλλειψη της βιταμίνης D.

  • Mυική Αδυναμία και άλγη από τα οστά (κυρίως ράχη και όχι μόνο). Το σώμα μας σταματά να δημιουργεί οστική μάζα γύρω στα 30, και η έλλειψη βιταμίνης D μπορεί να επιταχύνει ή να επιδεινώσει τα συμπτώματα της οστεοπόρωσης. Επίσης όσο προχωρά η βιολογική μας ηλικία, η μυική μάζα μειώνεται γι αυτό καθίσταται πολύ σημαντική η εύρυθμη λειτουργία της εναπομείνασας μυικής μάζας. Σε αυτό συμβάλλει απ’ ότι φαίνεται τα φυσιολογικά επίπεδα βιταμίνης D του οργαμισμού μας (μυική αδυναμία και βιταμίνη D).
  • Κακή διάθεση χωρίς κάποιον συκεκριμένο λόγο. Η κατάθλιψη, οι εναλλαγές της διάθεσης και η μελαγχολία συνδέονται με έλλειψη βιταμίνης D, η οποία σύμφωνα με τους ειδικούς επιδρά στις περιοχές του εγκεφάλου που επηρεάζουν τη διάθεση. Πολλοί ασθενείς που παίρουν αντικαταθλιπτική αγωγή εμφανίζουν και μειωμένα επίπεδα βιταμίνης D (έλλειψη βιταμίνης D και κατάθλιψη).
  • Κακή στοματική υγιηνή παρά τις προσπάθειες μας για το αντίθετο. Η επάρκεια σε βιταμίνη D είναι σημαντική για τη στοματική υγεία. Η περιοδοντίτιδα είναι μία χρόνια ασθένεια των ούλων, επικίνδυνη αν δεν θεραπευτή. Μελέτες υποδεικνύουν πως υπάρχει άμεση επίδραση της ηλιοφάνειας στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης περιοδοντίτιδας.
  • Κόπωση και υπνηλία. Θεωρείται πια επιστημονικά αποδεδειγμένη η σχέση μεταξύ ανεπάρκειας βιταμίνης D και του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης.
  • Αύξηση βάρους με προσεγμένη διατροφή σε κατά τα άλλα υγιείς ασθενείς (έλλειψη βιταμίνης D και απώλεια βάρους-παχυσαρκία). Πολλοί ερευνητές σχετίζουν την ανεπάρκεια βιταμίνης D με την παχυσαρκία και με νόσους που σχετίζονται με το αυξημένο βάρος. Τα συμπληρώματα βιταμίνης D βοηθούν στην απώλεια βάρους σε υπέρβαρους και παχύσαρκους ασθενείς με αποδεδειγμένη ανεπάρκειά της.

Κλείνοντας να υπενθυμίσω ότι το Ορθοπαιδικό Ιατρείο Πάτρας και εγώ προσωπικά μέσω του www.patrasortho.gr θα χαρώ να απαντήσω σε τυχόν απορίες σχετικά με την έλλειψη βιταμίνης D να σας υποδεχτώ στον χώρο μου, να σας εξετάσω, και τέλος να σας προτείνω την κατάλληλη για εσάς θεραπεία πάντα με γνώμονα τις κατευθυντήριες οδηγίες της διεθνούς βιβλιογραφίας.

Δημήτρης Αθ. Παναγιωτόπουλος MD, Msc, PHD(c).

Xειρουργός Ορθοπαιδικός